Αλλεργική Ρινίτιδα

Η Αλλεργική ρινίτιδα ορίζεται κλινικά ως η συμπτωματική διαταραχή της μύτης που προκαλείται
από μια φλεγμονή , η οποία πραγματοποιείται μετά από έκθεση του βλεννογόνου της μύτης σε αλλεργιογόνα προς τα οποία έχει ευαισθητοποιηθεί ο ασθενής.

Επιδημιολογικά δεδομένα

Η συχνότητα της αλλεργικής ρινίτιδας έχει αυξηθεί τα τελευταία 10 χρόνια, κυμαινόμενη σε ποσοστά μεταξύ10%-30% στους ενήλικες και μέχρι 42% στα παιδιά.

Κληρονομικότητα

Έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες μίαδραματική αύξηση των αλλεργικών παθήσεων στις λεγόμενες κοινωνίες «Δυτικούτύπου». Σε μερικές αλλεργικές παθήσεις η αύξηση της συχνότητας είναιεντυπωσιακή, αφού έχει διπλασιασθεί ή και τετραπλασιασθεί αυτή η συχνότητα μέσασε διάστημα 20-30 ετών. Μία τέτοια αύξηση είναι απίθανο να οφείλεται μόνο σεαλλαγή του γενετικού υποστρώματος (κληρονομική προδιάθεση) και οι αιτίεςαναζητούνται πλέον και σε μεταβολές των περιβαλλοντικών συνθηκών. Διάφορεςέρευνες έχουν δείξει ότι η κληρονομική προδιάθεση κληρονομείται με τρόποσύνθετο και αυτό που παρεμβαίνει καθοριστικά στην εκδήλωση ή όχι της αλλεργικήςνόσου είναι το περιβάλλον.   

  • ·        Περιβάλλον

φαίνεται ότι οι κύριες αιτίες πίσω από το αλλεργικό φαινόμενο βρίσκονται στο περιβάλλον, καθώς αυτό είναι που έχει αλλάξει ριζικά με τη βιομηχανοποίηση, τη συγκέντρωση στα αστικά κέντρα και την γενικότερη αλλαγή στις συνθήκες ζωής.

-Σύγχρονος τρόπος ζωής και αλλεργίες.

Στις περισσότερες προηγμένες χώρες, οι αλλεργικές παθήσεις πολλαπλασιάστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό αποτελεί ένα ιατρικό παράδοξο, αφού με την πρόοδο της ιατρικής φροντίδας, τη βελτίωση των συνθηκών υγιεινής, την καθιέρωση των εμβολιασμών, πολλές νόσοι που ταλαιπώρησαν για αιώνες το ανθρώπινο γένος βρίσκονται σε συνεχή πτώση. Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ενώ σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες οι αλλεργικές παθήσεις έχουν πια φτάσει σε ένα πλατό, καταλαμβάνοντας σταθερά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, παρόμοια αύξηση των αλλεργικών φαινομένων παρατηρείται τώρα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Φαίνεται, δηλαδή, ότι η διόγκωση του προβλήματος των αλλεργιών ακολουθεί χρονικά τη'δυτικοποίηση' των κοινωνιών, εννοώντας όλα τα στοιχεία που εκσυγχρονίζουν τη ζωή αλλά επιφέρουν και μεγάλες αλλαγές στο περιβάλλον και τον τρόπο συνύπαρξης του ανθρώπου με το περιβάλλον. Στοιχεία της σύγχρονης ζωής που έχουν
ενοχοποιηθεί από μελέτες, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο ισχυρά, περιλαμβάνουν τα εξής

  •  Η απομάκρυνση από τα φυσιολογικά, μη παθογόνα μικρόβια του περιβάλλοντος.
  •  Η οξειδωτική ατμόσφαιρα, αποτέλεσμα των καύσεων, των ρύπων και της βιομηχανοποίησης γενικότερα.
  •  Περαιτέρω, η μείωση της φυσικής άσκησης

  •  Προς την ίδια κατεύθυνση είναι και η επίπτωση του σύγχρονου τρόπου διατροφής στην αλλεργική επιδημία.

  •   Η έλλειψη  σε συγκεκριμένες βιταμίνες, όπως πχ. της βιταμίνης D, μπορεί επίσης να προδιαθέτει σε άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα


Ταξινόμηση

Η παραδοσιακή ταξινόμηση της αλλεργικής ρινίτιδας ως "εποχιακής" ή "ολοετούς"
υποδηλώνει διαφορετική αιτιολογία και διάρκεια συμπτωμάτων για κάθε τύπο
ρινίτιδας. Η ολοετής αλλεργική ρινίτιδα προκαλείται συχνότερα από εσωτερικά αλλεργιογόνα όπως ακάρεα
της σκόνης, μύκητες, έντομα (κατσαρίδες), επιθήλια ζώων και αποτελεί μία μακροχρόνια ή ακόμη και μόνιμη νόσο, με επιδείνωση συνήθως κατά τους χειμερινούς μήνες, λόγω κακού αερισμού των εσωτερικών χώρων. Η εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα (πυρετός εκ χόρτου) σχετίζεται με μεγάλη ποικιλία αλλεργιογόνων εξωτερικού χώρου, όπως η γύρη και οι μύκητες. Εμφανίζεται σε καλά καθορισμένα χρονικά διαστήματα κάθε έτους. Έτσι οι γύρεις των δένδρων εμφανίζονται την άνοιξη (περίοδος ανθοφορίας) από το Φεβρουάριο ως το Μάιο, τα αγρωστώδη από το Μάιο ως τον Ιούλιο, τα ζιζάνια από τον Ιούλιο ως το Σεπτέμβριο και οι μύκητες από τον Ιούλιο ως τον Νοέμβριο.3

 Νέα ταξινόμηση της αλλεργικής ρινίτιδας ανάλογα με τη σοβαρότητά της

Λαμβάνοντας υπόψη τις αδυναμίες της κρατούσας ταξινόμησης μία ομάδα 36 ειδικών η ARIA "Allergic Rhinitis and its impact on Asthma" σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας επιχείρησε επαναπροσδιορισμό των κλασσικών όρων "εποχιακή" και "ολοετής" αλλεργική ρινίτιδα και αντικατάστασή τους με τους ρεαλιστικότερους όρους "διαλείπουσα" και "εμμένουσα". Επίσης πρότεινε η εκτίμηση της βαρύτητας της νόσου να γίνεται όχι πια με βάση την αντικειμενική αξιολόγηση και βαθμολόγηση των συμπτωμάτων, αλλά με βάση την αίσθηση ανικανότητας και την επίδραση στην ποιότητα ζωής του ασθενούς. Ήπια, Μέτρια, Σοβαρή

1.      Ήπια αλλεργική ρινίτιδα

Δενεπηρεάζει την ποιότητα της ζωής των ασθενών ή την επηρεάζει ελάχιστα, έτσι:

·        Δεν προκαλεί διαταραχές του ύπνου (συχνές αφυπνίσεις,ροχαλητό, υπνική άπνοια),

·        Δεν επηρεάζει τις καθημερινές· δραστηριότητες, επαγγελματικές ενασχολήσεις, αθλητικές δραστηριότητες, κυκλοφορία στο φυσικό περιβάλλον

·        Δεν επηρεάζει την απόδοση στην εργασία και τις σχολικές επιδόσεις.

Σε άλλους ασθενείς επικρατεί κυρίως το μπούκωμα, σε άλλους ασθενείς επικρατεί κυρίως η ρινόρροια και σε άλλους επικρατούν οι πταρμοί. Στον τυπικό ασθενή με αλλεργική ρινίτιδα ανευρίσκονται και τα τέσσερα και συμπτώματα. Οι ασθενείς με εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα παραπονούνται συχνά για πολλαπλούς πταρμούς, ρινόρροια, μπούκωμα (που δεν είναι σταθερό), κνησμό της μύτης και του φάρυγγα. Πολλοί ασθενείς ταυτόχρονα με τη ρινίτιδα παρουσιάζουν και αλλεργική επιπεφυκίτιδα, δηλαδή εκδηλώνουν κνησμό στα μάτια, ερυθρότητα των επιπεφυκότων των ματιών τους (κοκκίνισμα των ματιών), δακρύρροια και ανάγκη να τρίβουν τα μάτια τους.
Μερικές φορές μαζί με την αλλεργική ρινίτιδα εκδηλώνεται και άσθμα.Οι ασθενείς με ολοετήσια αλλεργική αντίδραση παρουσιάζουν συχνότερα αλλεργικά συμπτώματα από τους βρόγχους (κρίσεις άσθματος) και σπανιότερα επιπεφυκίτιδα. Το κύριο σύμπτωμά τους είναι το μπούκωμα της μύτης. Οι πταρμοί και η ρινόρροια μπορεί να υπάρχουν, αλλά είναι ηπιότερα, σε σύγκριση με τους πάσχοντες από εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα. Η κακή ποιότητα ζωής των πασχόντων από ολοετήσια αλλεργική ρινίτιδα είναι παρατεταμένη, καθώς μπορεί να ενοχλούνται από
ροχαλητό, υπνικές άπνοιες, δυσίατη ρινοκολπίτιδα, καθ' υποτροπήν οξείες μέσες ωτίτιδες, χρόνια εκκριτική ωτίτιδα κλπ.

2.     Μέτρια-Σοβαρή αλλεργική ρινίτιδα

·        Προκαλεί διαταραχές του ύπνου (δυσκολία επέλευσης ύπνου, συχνές αφυπνίσεις, ροχαλητό υπνικές άπνοιες).

·        Επηρεάζει τις καθημερινές δραστηριότητες, επαγγελματικές ενασχολήσεις, αθλητικές δραστηριότητες, κυκλοφορία στο φυσικό περιβάλλον.

·        Τροποποιεί και επηρεάζει την απόδοση στην εργασία και τις σχολικές επιδόσεις.

Ταξινόμηση της Αλλεργικής ρινίτιδας ανάλογα με τη διάρκειά της:

·        Εποχιακή που μπορεί να είναι διαλείπουσα

·        Ολοετήσια που μπορεί να είναι επίμονη

Παλαιότερα ίσχυαν μόνον οι όροι εποχιακή και ολοετήσια. Σήμερα οι όροι αυτοί δεν έχουν μεν καταργηθεί, αλλά η νόσος περιγράφεται ακριβέστερα σε πολλές περιπτώσεις με τους όρους διαλείπουσα ή επίμονη

Η αλλεργική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται ως διαλείπουσα όταν διαρκεί

·        ≤ 4 ημέρες την εβδομάδα ή

·        ≤ 4 εβδομάδες το έτος

Η αλλεργική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται ως επίμονη διαλείπουσα όταν διαρκεί

·        >4 ημέρες την εβδομάδα και

·        >4 εβδομάδες το έτος

Στην εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα τα συμπτώματα εκδηλώνονται κυρίως την άνοιξη και το θέρος, όταν η ατμόσφαιρα περιέχει αφθονία αλλεργιογόνων γυρεόκοκκων και σπόρους μυκήτων. Στην ολοετήσια αλλεργική ρινίτιδα προκαλούνται συμπτώματα καθ' όλη τη διάρκεια του έτους εξ αιτίας της παρουσίας αλλεργιογόνων στην ατμόσφαιρα, όλο το χρόνο, όπως τα ακάρεα της σκόνης του σπιτιού, τα επιθήλια των οικόσιτων
ζώων.  

Κλινική εικόνα

Οι εκδηλώσεις της αλλεργικής ρινίτιδας και επιπεφυκίτιδας είναι χαρακτηριστικές και περιλαμβάνουν υδαρή ρινόρροια, ρινικό κνησμό, παροξυσμικούς πταρμούς, ρινική συμφόρηση ή απόφραξη, τον αναφερόμενο ως «αλλεργικό χαιρετισμό» και την εγκάρσια δερματική πτυχή στη ράχη της ρινός, κνησμό της υπερώας και του
φάρυγγα, δακρύρροια, ερυθρότητα, κνησμό και καύσο στα μάτια. Η οπισθορρινική έκκριση προκαλεί συχνά επίμονο ξηρό βήχα, βράγχος φωνής και ερεθισμό του κατώτερου αναπνευστικού. Η επίμονη ρινική συμφόρηση έχει ως συνέπεια τη χρόνια στοματική αναπνοή, ξηρότητα των βλεννογόνων του στόματος και του φάρυγγα,
διαταραχές ύπνου, ροχαλητό και υπνική άπνοια, ανοσμία, κεφαλαλγία, προσωπαλγία, δυσλειτουργία ευσταχιανής σάλπιγγας και παραρρινοκολπίτιδα.

Διάγνωση

Η διάγνωση της αλλεργικής ρινίτιδας θα βασισθεί κυρίως στην προσεκτική λήψη του ιστορικού, στα ευρήματα της κλινικής εξέτασης και στη συσχέτισή τους με τα αποτελέσματα:

·        Κυτταρολογική εξέταση ρινικού εκκρίματος

Ηωσινοφιλία >20% στο ρινικό έκκριμα είναι ενδεικτική αλλεργίας σε εισπνεόμενα αλλεργιογόνα, μη αλλεργικής ηωσινοφιλικής ρινίτιδας και συνδρόμου υπερευαισθησίας στην ασπιρίνη. Βασεοφιλία και μαστοκυττάρωση παρατηρείται στις τροφικές αλλεργίες και στη ρινική μαστοκυττάρωση, ενώ ουδετεροφιλία στις βακτηριακές λοιμώξεις.3

·        Δερματικές δοκιμασίες

Αποτελούν πολύ χρήσιμες in vivo δοκιμασίες για την ανίχνευση αλλεργίας σε συγκεκριμένα αλλεργιογόνα. Διακρίνονται στις επιδερμικές δοκιμασίες (prick tests) και στις ενδοδερμικές δοκιμασίες (intradermal tests). Οι ευρέως χρησιμοποιούμενες επιδερμικές δοκιμασίες αποτελούν ταχείες και ασφαλείς δοκιμασίες ανίχνευσης
αλλεργίας σε πολλαπλά αντιγόνα.

·        Δοκιμασίες RAST

Η  δοκιμασία RAST αποτελεί μία εναλλακτική in vitro τεχνική ανίχνευσης των κυκλοφορούντων ειδικών IgE ανοσοσφαιρινών έναντι διαφόρων αλλεργιογόνων. Πλεονεκτήματά της συγκριτικά με τις δερματικές
δοκιμασίες είναι ότι δεν εμφανίζει ποικιλομορφία απαντήσεων, δεν επηρεάζεται από την λήψη φαρμάκων, όπως τα αντιισταμινικά και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, είναι περισσότερο ειδική, αποτελεί ποσοτική δοκιμασία
ανίχνευσης του βαθμού της αλλεργίας και γίνεται με ασφάλεια σε ασθενείς που λαμβάνουν β-αναστολείς.

Αντιμετώπιση

·        Αποφυγή των αλλεργιογόνων

·        Φαρμακοθεραπεία :

Αντιισταμινικά, ρινικά αντιισταμινικά, ρινικά
κορτικοστεροειδή, συστηματικά κορτικοστεροειδή, αποσυμφορητικά, σταθεροποιητές
μαστοκυττάρων, ανταγωνιστές λευκοτριένιων.

·        Ειδική ανοσοθεραπεία με υπογλώσσιες σταγόνες αλλεργιογόνων εκχυλισμάτων, προς τα οποία αποδείχτηκε ότι είναι ευαίσθητος ο ασθενής

·        Χειρουργική αντιμετώπιση σε περίπτωση που υπάρχουν πολύποδες και δεν υποχωρούν με φαρμακευτική θεραπεία.